14/05/2015
Επιμέλεια άρθρου: Κώστας Καλφόπουλος- εκπαιδευτής/εκτροφέας
Πολύ μύθοι έχουν γραφτεί για την ιστορία των μαύρων κούρτσχααρ. Κανείς όμως στη χώρα δεν έκατσε ν΄ αναλύσει ιστορικά πως διαμορφώθηκε ο φαινότυπος των μαύρων Κούρτσχααρ. Ούτε και ο Όμιλος Κούρτσχααρ Ελλάδος, που δυστυχώς συνεχίζει να κάνει ελλιπή δουλειά κατά τη γνώμη μου, με αποτέλεσμα η κοινή γνώμη να ισχυρίζεται και να δημιουργεί μύθους παραπλανητικούς για τη φυλή. Αφορμή, λοιπόν, του άρθρου μου είναι η μεταλαμπάδευση της γνώσης στους κυνηγούς που εστιάζουν την αγάπη τους στην φυλή του Κούρτσχααρ.
Για να κατανοήσουμε αυτή την αλλαγή πρέπει να αναλύσουμε τα ιστορικά γεγονότα της εποχής και τις ανάγκες της, ώστε να καταλάβουμε γιατί επήλθαν και οι αλλαγές στο χρωματισμό.
Στην αρχή της ίδρυσης του Ομίλου στη Γερμανία τα περισσότερα σκυλιά των μελών ήταν καστανά λευκόστικτα ή καστανά μονόχρωμα. Τα καστανά λευκόστικτα προέρχονταν από ένα σκύλο του μεσαίωνα γενικής χρήσης κυνηγίου, με την ονομασία Μπράκ ή που άλλαζε η ονομασία του ανάλογα με τη γεωγραφική θέση στην Ευρώπη σε Brack, Braco, Braque, Barack. Για τα καστανά μονόχρωμα οι κυνολόγοι πιστεύουν ότι προήρθαν από ένα Αυστριακό Πόιντερ, το Hertas Pointer, και προσμίξεις με Ουγγρικά και Ρουμάνικα Μπράκ, γι΄ αυτό και είχαν ως φαινότυπο το κόκκινο καφέ.
Από τα βιβλία γεννεολογίων της Γερμανίας εκείνης της εποχής, που έχω τη χαρά και την τιμή να έχω πολλά «Zucht»Books στην κατοχή μου, αναγράφεται ότι τα καφέ σκυλιά ήταν προτιμητέα από τους τότε κυνηγούς γιατί έδειχναν καλύτερα στο κυνήγι. Επίσης την εποχή εκείνη πολλά κουτάβια Κούρτσχααρ γεννιόντουσαν με τρεις χρωματισμούς. Ο λόγος ήταν ότι το 1860 ένας από τους σκύλους του πρίγκιπα Albrecht zu Solms-Brauenfels, o Feldmann 1, ήταν τρικολόρ και χρησιμοποιήθηκε σε πολλά ζευγαρώματα. Ακόμα χρησιμοποιήθηκαν από πολλούς εκτροφείς για να δυναμώσουν τις αρετές της ιχνηλασίας αλλά και το πάθος για το τριχωτό θήραμα, σκύλους “Schweisshund”. Όμως το αποτέλεσμα ήταν, ναι μεν να αποκτήσουν σκύλους με αυτές τις δυνατότητες αλλά πολλά σκυλιά έχασαν τη δυνατότητα της σταθερής φέρμας επάνω στο θήραμα, αντιμετώπισαν, όπως γράφουν τα βιβλία, προβλήματα στη χρωστική της τρίχας (έτσι γεννήθηκαν τα Βειμαράνερ) ακόμα και στη χρωστική του ματιού. Έτσι οι εκτροφείς κατανόησαν ότι έπρεπε να εισάγουν νέο αίμα από καθαρούς σκύλους φέρμας ώστε να ξαναβρούν το χαμένο χαρακτηριστικό της φέρμας και να διορθώσουν γενετικά προβλήματα.
Στις αρχές του 1900 ένας γερμανός έμπορος, κυνηγός και εκτροφέας της τότε επώνυμης εκτροφής “Altenau”, ταξιδεύει για εμπορικούς λόγους στην Αγγλία και εκεί βλέπει για πρώτη φορά τα μαύρα “Arkwrite ‘s Pointers”. Έμαθε περισσότερες πληροφορίες γι΄ αυτά, όπου πολλοί Άγγλοι κυνηγοί του είπαν ότι ήταν σκυλιά με σταθερά χαρακτηριστικά και εκπληκτικές κυνηγητικές δυνατότητες, αλλά πρωτίστως είχαν αξιοθαύμαστες δυνατότητες όσφρησης.
Επιστρέφει στη Γερμανία και συζητά τα νέα με τον φίλο του Max Waechter, που και αυτός είχε εκτροφή με επωνυμία “Wach” και αποφασίζουν από κοινού ότι μάλλον με την εισαγωγή τέτοιων σκύλων θα εξαλείψουν πλήρως το πρόβλημα της χρωστικής και της όσφρησης, που είχε δημιουργεί από τις πολλές προσμίξεις άλλων σκύλων. Έτσι στο επόμενο ταξίδι του ο Herr Bode αναλαμβάνει ν΄ αγοράσει μια θηλυκιά για λογαριασμό του φίλου του, με αποτέλεσμα ο Herr Waechter να ξεκινά να ζευγαρώνει τους αρσενικούς σκύλους του με την εισαγόμενη θηλυκιά Pointer.
Πολλοί κυνηγοί της εποχής παίρνουν από αυτό το ζευγάρωμα και προχωρούν και αυτοί με τη σειρά τους σε νέα ζευγαρώματα. Έτσι 24 χρόνια μετά, αυτά τα Κούρτσχααρ με χρώματα μαύρο-λευκό και μαύρο μονόχρωμο εξαπλώνονται σε όλη τη Γερμανία, αλλά περισσότερο στην Πρωσία.
Ένα δελτίο τύπου το 1934 αναφέρει ότι: «Έχει δημιουργηθεί στη χώρα μια νέα ξεχωριστή γραμμή, η οποία πλέον ονομάζεται Πρωσικός Κοντότριχος Δείκτης. Σε αυτή την εξέλιξη έχουν βοηθήσει δύο εκτροφεία στην Πρωσία που γεννούν επί το πλείστον σκύλους με το συγκεκριμένο χρώμα. Το εκτροφείο“Count Straqzenski” και το“East Prussian Kanoten Line».Επίσης το δελτίο τύπου αναφέρει ότι: «Πλέον μετά από 8 γενεές έχει εξαλειφθεί πλήρως ο φαινότυπος του Pointer και τα σκυλιά σήμερα μπορούν να καταγραφούν ως γνήσια Deutche Kurzhaar».
Εκείνη την περίοδο ο Waechter έχει καταγράψει και αυτός 7 γενεές Μαύρων Κούρτσχααρ. Χρησιμοποιεί συνεχόμενα τον μαύρο επιβήτορα του “Bess” με τις λευκό-μαύρο θηλυκές του. Ένα από τα πολλά του ζευγαρώματα του δίνει την “Wach Luna”, η οποία θεωρείται μαζί με την αδερφή της “Freya” η μητριάρχης των μαύρων Κούρτσχααρ. Αυτές οι δύο θηλυκές έδιναν ακέραιο τύπο Κούρτσχααρ και χαρακτηριστικά εργασιακά της φυλής.
Και ενώ τα μαύρα Κούρτσχααρ σε παραλλαγές χρωματισμού βρίσκουν ανταπόκριση και άνοδο στις προτιμήσεις των κυνηγών, το 1938 οι Ναζί έρχονται στην εξουσία. Ο στρατηγός Γκαίρινγκ, που είναι και υπεύθυνος περιβάλλοντος δασών και κυνηγίου, αποφασίζει ότι Κούρτσχααρ, εκτός από καστανολευκόστικτα δεν είναι καθαρά Κούρτσχααρ και όλα τα υπόλοιπα απορρίπτονται, συμπεριλαμβανομένου και του λευκού- καφέ.
Όταν τελειώνει ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος ξαναβλέπουμε μαύρα Κούρτσχααρ στο προσκήνιο και σε υψηλές θέσεις στη δεκαετία του 50. Γυρνώντας αξιωματικοί του Αγγλικού Στρατού στην Γηραιά Αλβιώνα φέρνουν μαζί τους για το κυνήγι τους και μερικά Κούρτσχααρ από τους κατακτημένους Γερμανούς. Μια εκτροφέας που εμφανίζεται εκείνη την εποχή είναι η Mrs.Louise Petrie-Hay, με την επωνυμία εκτροφής “Waidmann” με δύο θηλυκές χρώματος μαύρο-λευκό, και έτσι ξεκινά η εκτροφή τέτοιου χρώματος στην Αγγλία, που όμως μέχρι το 1963 δεν αναγνωριζόντουσαν στο πρότυπο της φυλής, παρότι υπήρχαν εγγραφές στα γεννεολόγια του Αγγλικού Kennel.
Τη δεκαετία του 70 ένα μεγάλο μαύρο-λευκόστικτο Κούρτσχααρ που έγραψε ιστορία, αφού ήταν το πρώτο μαύρο-λευκό Κούρτσχααρ που πήρε τον τίτλο Kleemann, είναι της γραμμής “Pottemes”,του εκτροφέα και φαρμακοποιού από τη Βαυβαρία Meyerheim,(που είχα την τιμή να τον γνωρίσω στις αρχές του 2000 σε βαθιά γεράματα), o “KS Quell Pottemes”, γιος του “Ambos v.d. Konigszinhe” και της μαύρης- λευκήςθηλυκιάς “Biene vom Oppenheim”.
Αργότερα παγκοσμίως βλέπουμε Κούρτσχααρ με χρωστική μαύρου να φτάνουν σε υψηλούς τίτλους και να γίνονται επιβήτορες στις χώρες τους. Θα αναφέρω για την ιστορία κάποιους από αυτούς:
To 1983 ένα άλλο μεγάλο μαύρο Κούρτσχααρ στη Γερμανία, που μετέπειτα βοήθησε πάρα πολύ την εκτροφή της φυλής, έναν γιο του γεννάρχη“W.S. Ciro vom Bichtelwald”, τον “Darko vom Nachtigallnwald”. Την ίδια χρονιά στην Νέα Ζηλανδία, άλλο ένα μαύρo λευκόστικτο Κουρτσχααρ, γίνεται πρωταθλητής της χώρας και μεγάλος επιβήτορας, ο “Ch. Millar’sHillChime”.
To 1986 εμφανίζεται στο προσκήνιο δύο αρσενικοί σκύλοι, οι οποίοι κατακτούν τον τίτλο Kleemannστη Γερμανία, ο “Corbie vom Hege-Haus” και ο KS&Ch. Ciro vom Carolinenhof, γιος του μέγα γεννάρχη “Cirovom Bichtelwald. Την ίδια χρονιά στην Αυστραλία ένας μαύρος – λευκόστικτος σκύλος, ο “Ch. BurnbrookQuito, κατακτά τον τίτλο του αναπαραγωγού στη χώρα του.
Έτσι ανά τον κόσμο από την δεκαετία του 70 και έπειτα, παγκοσμίως βλέπουμε σκύλους στο χρωματισμό του μαύρου να φτάνουν επάξια σε μεγάλους τίτλους.
Στον Ελλαδικό χώρο από την έναρξη της συστηματικής κυνοφιλίας έχουμε λίγες καταγραφές μαύρων – λευκόστικτων σκύλων. Κάποιοι χομπίστες κυνηγοί εισήγαγαν από άλλες χώρες τέτοιους σκύλους, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε καμία στατιστική αναφορά για την αναπαραγωγική αξία τους, όπως και για τις κυνηγετικές τους αρετές. Θεωρώ, κατά την άποψή μου, ότι ευθύνη έχουν και οι ιδιοκτήτες που δεν εμφάνισαν σε δημόσια θέα τα σκυλιά τους αλλά και ο Όμιλος Φυλής, που δεν ασχολήθηκε να πάρει στοιχεία από τον Κυνολογικό Όμιλο Ελλάδος και να προσεγγίσει ο ίδιος τους ιδιοκτήτες να φέρουν τα σκυλιά τους σε δημόσια θέα.
Το έχω γράψει και άλλες φορές ότι, μια φυλή ανεβαίνει ή κατεβαίνει από τους ανθρώπους που την προστατεύουν. Το ότι το Κούρτσχααρ σήμερα έφτασε από 2ο σε προτιμήσεις των κυνηγών να βρίσκεται στην 5η θέση, σύμφωνα με τα στοιχεία του Κυνολογικού Ομίλου από τις ετήσιες γέννες, θα πρέπει όλοι να αναλογιστούμε για το ποιος έχει την ευθύνη.
Ιστορικά στον Όμιλο Κούρτσχααρ Ελλάδας, ένας σκύλος στο χρωματισμό του λευκόστικτου μαύρου ελληνικής εκτροφής που είδαμε σε δημόσια θέα και αναγνωρίσαμε τις φυσικές της αρετές και την αναπαραγωγική της αξία, ήταν η θηλυκιά “Aka Pilea”, πρωταθλήτρια πρακτικού κυνηγίου 2007, ιδιοκτήτριας κ. Σινάννη Στέλλας.
Η γνώμη μου για το συγκεκριμένο χρωματισμό έχει θετικά και αρνητικά συμπεράσματα. Τα θετικά αφορούν το ζωοτεχνικό κομμάτι, που όμως είναι πολύ λεπτομερή και θα κάνω αναφορά σε ένα άλλο μου άρθρο. Τα αρνητικά είναι ότι ο χρωματισμός αυτός από πρακτικής πλευράς αντιμετωπίζει πρόβλημα ορατότητας μέσα σε πυκνό δάσος, συνήθως πεύκο ή κούμαρο, εναντιθέση με έναν σκύλο πιο ανοικτό, και το δεύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο συγκεκριμένος χρωματισμός είναι ότι την περίοδο του κυνηγίουΑύγουστο - Σεπτέμβριο, αυτά τα σκυλιά που έχουν αυτό το χρώμα, ζεσταίνονται πολύ περισσότερο από σκύλους με ανοιχτό χρωματισμό.
Κλείνοντας, θα ήθελα να πω ότι κατά τη γνώμη μου, ο χρωματισμός λίγη αξία έχει. Σημαντικό για ένα Κούρτσχααρ είναι ν΄ ακολουθήσουμε τις προσταγές της χώρας καταγωγής και όλοι εμείς οι κυνηγοί εγχώρια να προσπαθούμε να διατηρούμε τα κυνηγετικά ένστικτα και να ζευγαρώνουμε με σκύλους που πραγματικά έχουν αποδείξει, εκτός των τίτλων τους, ότι είναι Κούρτσχααρ κυνηγίου.
- Συνδεθείτε για να υποβάλετε σχόλια